Σύμφωνα με το άρθρο 14 παρ. 3 της οδηγίας 2006/112/ΕΚ, τα κράτη-μέλη μπορούν να θεωρούν παράδοση αγαθών την εκτέλεση ορισμένων εργασιών στα ακίνητα. Κατά την ελληνική νομολογία, η εκτέλεση εργασιών σε ακίνητα συνιστά παράδοση ακινήτου και όχι παροχή υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι σχετικές εργασίες πρέπει αφ` ενός μεν να εκτελούνται με σχέση μισθώσεως έργου, δηλ. από εργολάβους κατασκευαστές, αφ` ετέρου δε να μη συνιστούν εργασίες συνήθους συντηρήσεως, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη αν τα υλικά της κατασκευής τα διαθέτει ο εργοδότης ή ο εργολάβος. Εξάλλου, εργασίες κατά την ανωτέρω έννοια, είναι και οι κατασκευές τεχνικών, γενικά, έργων, δηλ. έργων που συνδέονται με το έδαφος1
Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω, το άρθρο 6 παρ. 1 Ν. 2859/2000 προβλέπει ως παράδοση ακινήτων τη μεταβίβαση αποπερατωμένων ή ημιτελών κτιρίων ή τμημάτων τους και του οικοπέδου που μεταβιβάζεται μαζί με αυτά ως ενιαία ιδιοκτησία ή ιδανικών μεριδίων οικοπέδου, επί των οποίων εφαρμόζεται το αμάχητο τεκμήριο της παρ. 1 του άρθρου 2 Α.Ν. 1521/1950, εφόσον πραγματοποιείται από επαχθή αιτία, πριν από την πρώτη εγκατάσταση σε αυτά. Η ίδια διάταξη διευκρινίζει ότι κτίρια αποτελούν τα κτίσματα γενικά και οι κάθε είδους κατασκευές που συνδέονται με τα κτίσματα ή το έδαφος, κατά τρόπο σταθερό και μόνιμο, ενώ ως πρώτη εγκατάσταση λογίζεται η πρώτη χρησιμοποίηση, με οποιοδήποτε τρόπο, των κτιρίων, ύστερα από την ανέγερσή τους, όπως είναι η ιδιοκατοίκηση, η ιδιόχρηση, η μίσθωση ή άλλη χρήση. Στις ανωτέρω ρυθμίσεις, εμπίπτουν ακίνητα, των οποίων η άδεια κατασκευής εκδίδεται ή αναθεωρείται από 1-1-2006, εφόσον, μέχρι την ημερομηνία αναθεώρησης, δεν έχουν αρχίσει οι εργασίες κατασκευής2.
Κατά τα ανωτέρω, προϋποθέσεις, για να στοιχειοθετηθεί παράδοση ακινήτου, συνιστούν σωρευτικά τα εξής στοιχεία: α) η μεταβίβαση να γίνεται από τον εργολάβο, ο οποίος κατασκευάζει και πωλεί οικοδομές, ενεργώντας στο πλαίσιο της επαγγελματικής του ιδιότητας β) να καταβάλλεται αντάλλαγμα για τη μεταβίβαση γ) να πρόκειται για μεταβίβαση κτιρίου, κατά την έννοια που ορίζει η διάταξη του άρθρου 6 παρ. 1 περ α Ν. 2859/2000 δ) η άδεια κατασκευής του ακινήτου να έχει εκδοθεί ή αναθεωρηθεί από 1-1-2006 κι έπειτα ε) η μεταβίβαση να πραγματοποιηθεί πριν την πρώτη εγκατάσταση3.
Το Δικαστήριο της Ένωσης, διατύπωσε την κρίση ότι, η παράδοση γηπέδου με το επί αυτού ευρισκόμενο παλαιό, μερικώς κατεδαφισμένο, κτίριο που πρόκειται να κατεδαφιστεί προκειμένου στη θέση του να ανεγερθεί νέα οικοδομή, και του οποίου η κατεδάφιση έχει ξεκινήσει πριν από την παράδοση, αφενός, και η κατεδάφιση του κτιρίου αυτού, με δαπάνες του ίδιου του πωλητή, αφετέρου, αποτελούν ενιαία πράξη από απόψεως ΦΠΑ, η οποία, συνολικώς εξεταζόμενη, έχει ως αντικείμενο όχι την παράδοση υπάρχοντος κτιρίου αλλά την παράδοση μη οικοδομημένου γηπέδου, ως εκ τούτου υπόκειται σε ΦΠΑ4.
Σε άλλη υπόθεση, όπου παραδόθηκε ακίνητο, ενώ οι εργασίες μετατροπής του παλαιού κτιρίου σε νέο βρίσκονταν σε εξέλιξη, κατά το χρόνο παράδοσης, ωστόσο η πλήρης αποπεράτωση του νέου κτιρίου θα επιτευχθεί με εργασίες που θα διεξάγει ο αγοραστής, το ΔΕΕ αποφάνθηκε ότι η εν λόγω παράδοση απαλλάσσεται από τον ΦΠΑ, με την αιτιολογία ότι ο πωλητής, κατά την παράδοση, πραγματοποίησε εργασίες μερικής κατεδάφισης του παλαιού κτιρίου, αλλά η πλήρης μετατροπή του σε νέο θα επέλθει με τις εργασίες που θα διεξάγουν οι αγοραστές, μετά την παράδοση, η οποία δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως παράδοση κτιρίου και του συνεχόμενου εδάφους, πριν από την πρώτη εγκατάσταση5.
Περαιτέρω, κατά την παρ. 2 του ίδιου ως άνω άρθρου, παράδοση ακινήτου συνιστά και η μεταβίβαση ή σύσταση δικαιωμάτων επί των ακινήτων, όπως η ψιλή κυριότητα, προσωπική η πραγματική δουλεία, η αποκλειστική χρήση επί κοινόκτητων χώρων, καθώς και η εκτέλεση εργασιών στα ακίνητα με μίσθωση έργου, ανεξάρτητα αν τα υλικά διαθέτει ο εργολάβος ή ο εργοδότης.
1 ΣτΕ 3003/1993, ΔεφΘΕσσαλ 1451/1999
2 ΣτΕ 1737/2002 σκ. 4, ΣτΕ 966/2005 σκ. 4
3 ΕιρΛαμίας 799/2015
4 ΔΕΕ αποφ 19-11-2009, υπόθ 461/2008
5 ΔΕΕ αποφ 12-7-2012, υποθ 326/2011